Απελπισμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: απελπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hopeless, baleful, desperate, despairing, desolate, despair
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απελπισμένος
abject
- αξιοθρήνητος
- απελπισμένος
- απεχθής
- καταπτοήμενος
- περιφρονήτεος
- απόβλητος
- έρημος
- ακατοίκητος
- ερημωμένος
- απελπισμένος
- απελπισμένος
- άπελπις
- απαρηγόρητος
- απελπισμένος
- απενοημένος
- απεγνωσμένος
- αγωνιώδης
- επικίνδυνος
- ικανός για όλα
- απελπισμένος
Σχετικές λέξεις: απελπισμένος
απελπισμένος μεταφραση, απελπισμένος συνώνυμα, απελπισμένος δήμαρχος, απελπισμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απελπισμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- απελαύνω στα αγγλικά - expel, deport
- απελευθερώνω στα αγγλικά - emancipate, manumit, liberate, enfranchise, deliver from, was released, I release
- απενεργοποιώ στα αγγλικά - disable, deactivate, turn off, I turn off, I deactivate
- απερίσκεπτος στα αγγλικά - rash, thoughtless, impetuous, reckless, foolhardy, inconsiderate, unconsidered, ...
Τυχαίες λέξεις
Απελπισμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: hopeless, baleful, desperate, despairing, desolate, despair
Μεταφράσεις: hopeless, baleful, desperate, despairing, desolate, despair