Απόκτηση στα αγγλικά
Μετάφραση: απόκτηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
acquisition, acquisition of, obtain, obtaining, acquiring
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απόκτηση
obtainment
- απόκτηση
- απόκτηση
- απόκτημα
- προσόν επίκτητο
- απόκτηση
- απόκτημα
Σχετικές λέξεις: απόκτηση
απόκτηση πτυχίου ραδιοερασιτέχνη, απόκτηση ελληνικής υπηκοότητας, απόκτηση isbn, απόκτηση αμκα, απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας λόγω γάμου, απόκτηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, απόκτηση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- απόκρυψη στα αγγλικά - suppression, concealment, hiding, occultation, conceal, hide
- απόκτημα στα αγγλικά - accession, acquisition, acquirement, asset, acquisition for, an acquisition
- απόλαυση στα αγγλικά - gusto, delight, enjoyment, pleasure, treat, enjoying
- απόλυση στα αγγλικά - dismissal, release, discharge, redundancy, dismissal of
Τυχαίες λέξεις
Απόκτηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: acquisition, acquisition of, obtain, obtaining, acquiring
Μεταφράσεις: acquisition, acquisition of, obtain, obtaining, acquiring