Αρμοδιότητα στα αγγλικά

Μετάφραση: αρμοδιότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
province, competence, domain, jurisdiction, responsibility, power, competence of
Αρμοδιότητα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αρμοδιότητα

fitness
  • καταλληλότητα
  • αρμοδιότης
  • αρμοδιότητα
  • υγεία
activity
  • δραστηριότητα
  • δραστικότητα
  • απασχόληση
  • αρμοδιότητα
  • χημική διαστηριότητα
aptitude
  • δεξιότητα
  • αρμοδιότητα
propriety
  • ορθότητα
  • αρμοδιότης
  • αρμοδιότητα
  • κοσμιότητα
  • κοσμιότης
relevance
  • συνάφεια
  • σχέση
  • σχετικότης
  • σχετικότητα
  • αρμοδιότης
  • αρμοδιότητα
relevancy
  • σχετικότητα
  • συνάφεια
  • σχέση
  • σχετικότης
  • αρμοδιότης
  • αρμοδιότητα
cognizance
  • γνώση
  • ενημερότης
  • ενημερότητα
  • αρμοδιότητα
  • δικαιοδοσία
competence
  • αρμοδιότητα
  • ικανότητα
  • επάρκεια
  • εισόδημα
  • ικανότης
eligibility
  • αιρετότης
  • αιρετότητα
  • αρμοδιότητα
suitability
  • αρμοδιότητα
  • επιτηδειότητα
  • αρμοδιότης
jurisdiction
  • δικαιοδοσία
  • αρμοδιότητα
appropriateness
  • καταλληλότητα
  • αρμοδιότητα

Σχετικές λέξεις: αρμοδιότητα

αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιώς, αρμοδιότητα συνώνυμο, αρμοδιότητα πρωτοδικείου πειραιά, αρμοδιότητα διοικητικού εφετείου, αρμοδιότητα δου, αρμοδιότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, αρμοδιότητα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αρμάδα στα αγγλικά - armada, fleet, armada was
  • αρμέγω στα αγγλικά - milk, armego
  • αρμονία στα αγγλικά - unity, concord, harmony, tune, unison, keeping, harmony of
  • αρμόδιος στα αγγλικά - responsible, competent, qualified, responsibility, charge
Τυχαίες λέξεις
Αρμοδιότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: province, competence, domain, jurisdiction, responsibility, power, competence of