Ασκώ στα αγγλικά

Μετάφραση: ασκώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
exert, pursue, practise, exercise, drill, wield, I practice
Ασκώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ασκώ

drill
  • γυμνάζω
  • γυμνάζομαι
  • ασκώ
  • τρυπώ
  • τρυπανίζω
exert
  • ασκώ
  • προσπαθώ
  • μεταχειρίζομαι
  • καταβάλλω δυνάμεις
wield
  • χειρίζομαι
  • ασκώ
exercise
  • ασκώ
  • γυμνάζω
  • γυμνάζομαι
  • εξασκώ

Σχετικές λέξεις: ασκώ

ασκώ επάγγελμα, ασκώ έφεση, ασκώ ποινική δίωξη, ασκώ βέτο, ασκώ το δίδειν, ασκώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασκώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ασκητικός στα αγγλικά - ascetic, eremitic, ascetical, reclusive, asceticism
  • ασκητισμός στα αγγλικά - asceticism, ascetism
  • ασπίδα στα αγγλικά - shield, buffer, a shield, Aspida, shield in, shield of
  • ασπιρίνη στα αγγλικά - aspirin
Τυχαίες λέξεις
Ασκώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: exert, pursue, practise, exercise, drill, wield, I practice