Ασυδοσία στα αγγλικά
Μετάφραση: ασυδοσία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impunity, immunity, unaccountability, promiscuity, irresponsibility
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ασυδοσία
immunity
- ανοησία
- ασυδοσία
- ατιμωρησία
- ασυδοσία
Σχετικές λέξεις: ασυδοσία
ασυδοσία συνώνυμα, ασυδοσία ετυμολογία, ασυδοσία λεξικό, ασυδοσία translate, ελευθερία ασυδοσία, ασυδοσία λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασυδοσία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αστυφύλακας στα αγγλικά - policeman, constable, cop, police officer, a constable
- αστός στα αγγλικά - townsman, commoner, bourgeois, a bourgeois, urbane
- ασυλία στα αγγλικά - asylum, immunity, immune, immunity from, immunity of, immunity is
- ασυμβίβαστος στα αγγλικά - incompatible, irreconcilable, inconsistent, uncompromising, be incompatible
Τυχαίες λέξεις
Ασυδοσία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: impunity, immunity, unaccountability, promiscuity, irresponsibility
Μεταφράσεις: impunity, immunity, unaccountability, promiscuity, irresponsibility