Ασφυκτιώ στα αγγλικά

Μετάφραση: ασφυκτιώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
asphyxiate, suffocate, choke, stifle
Ασφυκτιώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ασφυκτιώ

choke
  • στραγγαλίζω
  • πνίγω
  • πνίγομαι
  • ασφυκτιώ
stifle
  • πνίγω
  • ασφυκτιώ
  • καταπνίγω
  • καταπνίγομαι
suffocate
  • πνίγομαι
  • αποπνίγω
  • ασφυκτιώ
  • πνίγω

Σχετικές λέξεις: ασφυκτιώ

ασφυκτιώ κλιση, ασφυκτιώ συνώνυμα, ασφυκτιώ συνωνυμο, ασφυκτιώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασφυκτιώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ασφαλίζω στα αγγλικά - underwrite, secure, insure, vouchsafe, moor, secure from
  • ασφαλώς στα αγγλικά - certainly, surely, securely, course, of course
  • ασφυξία στα αγγλικά - choking, suffocation, asphyxiation, asphyxia, suffocated, Apnea
  • ασφόδελος στα αγγλικά - daffodil, asphodel, Asphodelus
Τυχαίες λέξεις
Ασφυκτιώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: asphyxiate, suffocate, choke, stifle