Ασύρματο στα αγγλικά

Μετάφραση: ασύρματο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wireless, cordless, radio, Wi, a wireless
Ασύρματο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύρματο

ασύρματο ποντίκι, ασύρματο ηχείο jam plus, ασύρματο πληκτρολόγιο, ασύρματο κουδούνι, ασύρματο τηλέφωνο, ασύρματο λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασύρματο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ασύμμετρος στα αγγλικά - asymmetric, incommensurate, chiral, asymmetrical
  • ασύμπτωτο στα αγγλικά - asymptote, asymptotic, asymptote of
  • ασύστολα στα αγγλικά - impudently, shamelessly, brazenly, blatantly
  • ασύστολος στα αγγλικά - impudent, brazen, shameless, Ruthless, asystole, shamelessly, brazenly
Τυχαίες λέξεις
Ασύρματο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: wireless, cordless, radio, Wi, a wireless