Ασύστολα στα αγγλικά

Μετάφραση: ασύστολα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impudently, shamelessly, brazenly, blatantly
Ασύστολα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύστολα

ασύστολα λεξικο, ασύστολα τι σημαινει, ασύστολα σημασία, ασύστολα συνώνυμο, ασύστολα συνώνυμα, ασύστολα λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασύστολα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ασύμπτωτο στα αγγλικά - asymptote, asymptotic, asymptote of
  • ασύρματο στα αγγλικά - wireless, cordless, radio, Wi, a wireless
  • ασύστολος στα αγγλικά - impudent, brazen, shameless, Ruthless, asystole, shamelessly, brazenly
  • ατάραχος στα αγγλικά - impassive, unruffled, composed, serene, unperturbed, imperturbable, stolid, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασύστολα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: impudently, shamelessly, brazenly, blatantly