Ατομικά στα αγγλικά
Μετάφραση: ατομικά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
individually, individual, Civil, personal, the individual
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ατομικά
ατομικά βάρη, ατομικά παιχνίδια, ατομικά γλυκάκια, ατομικά πιτσάκια, ατομικά αθλήματα, ατομικά λεξικό γλώσσας αγγλικά, ατομικά στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ατμόσφαιρα στα αγγλικά - air, atmosphere, tone, ambience, the atmosphere, ambiance
- ατολμία στα αγγλικά - shyness, timidity, diffidence, hearted, risk aversion, lack of courage
- ατομικισμός στα αγγλικά - individualism, individualism of, of individualism, individualism and
- ατομικός στα αγγλικά - atomic, individual, personal, an individual, from individual
Τυχαίες λέξεις
Ατομικά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: individually, individual, Civil, personal, the individual
Μεταφράσεις: individually, individual, Civil, personal, the individual