Αυτονομία στα αγγλικά
Μετάφραση: αυτονομία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
autonomy, independence, autonomy of, autonomous, range
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αυτονομία
autonomy
- αυτονομία
Σχετικές λέξεις: αυτονομία
αυτονομία ή βαρβαρότητα, αυτονομία παλαιών πολυκατοικιών, αυτονομία συνώνυμο, αυτονομία σχολικής μονάδας, αυτονομία θέρμανσης, αυτονομία λεξικό γλώσσας αγγλικά, αυτονομία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αυτοματοποίηση στα αγγλικά - automation, automate, automating, automation of, automated
- αυτοματοποιώ στα αγγλικά - automate, automates, It automates, automating, is automated
- αυτοπεποίθηση στα αγγλικά - self-confidence, confidence, confident, confidently
- αυτοσχεδιάζω στα αγγλικά - improvise, vamp, extemporize, I improvise
Τυχαίες λέξεις
Αυτονομία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: autonomy, independence, autonomy of, autonomous, range
Μεταφράσεις: autonomy, independence, autonomy of, autonomous, range