Αϋπνία στα αγγλικά
Μετάφραση: αϋπνία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
insomnia, sleeplessness
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αϋπνία
insomnia
- αϋπνία
- αϋπνία
Σχετικές λέξεις: αϋπνία
αϋπνία θεραπεία, αϋπνία σύμπτωμα εγκυμοσύνησ, αϋπνία επέλευσης, αυπνία αιτίες, αϋπνία μωρού, αϋπνία λεξικό γλώσσας αγγλικά, αϋπνία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αψηφώ στα αγγλικά - defy, snub, beard, mock, brave, dare
- αψιμαχία στα αγγλικά - clash, skirmish, spat, brush, fist fight, skirmishing
- αόρατος στα αγγλικά - invisible, unseen, invisibility, unnoticeable
- αόριστα στα αγγλικά - vaguely, loosely, vague, abstract, indefinitely
Τυχαίες λέξεις
Αϋπνία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: insomnia, sleeplessness
Μεταφράσεις: insomnia, sleeplessness