Βεβαιώνω στα αγγλικά

Μετάφραση: βεβαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
affirm, assure, certify, hereby certify
Βεβαιώνω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: βεβαιώνω

affirm
  • δηλώνω υπεύθυνα
  • βεβαιώνω
certify
  • πιστοποιώ
  • βεβαιώνω
testify to
  • βεβαιώνω
witness to
  • βεβαιώνω
substantiate
  • βεβαιώνω
  • στηρίζω
  • αποδεικνύω
  • δίνω ουσία σε

Σχετικές λέξεις: βεβαιώνω

βεβαιώνω αγγλικά, βεβαιώνω στα αγγλικα, βεβαιώνω αντίθετα, βεβαιώνω ότι, βεβαιώνω συνώνυμα, βεβαιώνω λεξικό γλώσσας αγγλικά, βεβαιώνω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • βεβαιότητα στα αγγλικά - certainty, assurance, sure, confidence, certainly
  • βεβαιώνομαι στα αγγλικά - ensure, I make sure
  • βεβηλώνω στα αγγλικά - defile, desecrate, besmirch, to defile
  • βεζίρης στα αγγλικά - vizier
Τυχαίες λέξεις
Βεβαιώνω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: affirm, assure, certify, hereby certify