Βοήθημα στα αγγλικά

Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
aid, tool, device, allowance, Tutorial
Βοήθημα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοήθημα

βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας αγγλικά, βοήθημα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • βλοσυρός στα αγγλικά - sullen, stern, grim, tightlipped
  • βοήθεια στα αγγλικά - help, aid, support, assistance, helping, means
  • βοηθητικός στα αγγλικά - auxiliary, assistant, helpful, ancillary, mobile cool
  • βοηθός στα αγγλικά - help, assistant, helper, aide, an assistant
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: aid, tool, device, allowance, Tutorial