Βόσκω στα αγγλικά
Μετάφραση: βόσκω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
browse, graze, Browsing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: βόσκω
crop
- αναφαίνομαι
- καλλιεργώ
- δρέπω
- θερίζω
- περικόπτω
- βοσκώ
- συναγελάζομαι
- βοσκώ
- βοσκώ
- εγγίζω
- τρίβω ελαφρώς
- γδέρνω
- βοσκώ
- φυλλομετρώ
- εξετάζω ταχέως
- ξεφυλλίζω
- βοσκώ
- βοσκώ
Σχετικές λέξεις: βόσκω
βόσκω αγγλικά, βόσκω συνώνυμα, δεν ξαναβόσκω, βόσκω λεξικό γλώσσας αγγλικά, βόσκω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- βόρβορος στα αγγλικά - mud, muck, sludge, mire, welter
- βόρειος στα αγγλικά - northern, north, northerly, the Northern
- βότανο στα αγγλικά - herb, wort, herb is, herbal
- βότσαλο στα αγγλικά - shingle, pebble, pebbles, pebbly, pebbly beach
Τυχαίες λέξεις
Βόσκω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: browse, graze, Browsing
Μεταφράσεις: browse, graze, Browsing