Γενικά στα αγγλικά

Μετάφραση: γενικά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
generally, broadly, general, in general, is generally
Γενικά στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: γενικά

broadly
  • γενικά
generally
  • γενικά
  • γενικώς
altogether
  • εντελώς
  • κατά ολοκληρίαν
  • γενικά

Σχετικές λέξεις: γενικά

γενικά αρχεία του κράτους, γενικά συνώνυμα, γενικά κληροδοτήματα υπέρ της εκπαιδεύσεως, γενικά αρχεία του κράτουσ ιωάννινα, γενικά αρχεία του κράτους μαγνησίας, γενικά λεξικό γλώσσας αγγλικά, γενικά στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • γενετικός στα αγγλικά - genetic, a genetic
  • γενιά στα αγγλικά - generation, generation of
  • γενική στα αγγλικά - genitive, general, overall, generic, a general, the general
  • γενικός στα αγγλικά - overall, general, generic, a general
Τυχαίες λέξεις
Γενικά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: generally, broadly, general, in general, is generally