Γενικός στα αγγλικά

Μετάφραση: γενικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
overall, general, generic, a general
Γενικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: γενικός

general
  • γενικός
generic
  • γενικός
  • γένους
omnibus
  • γενικός
  • περιληπτικός
Catholic
  • καθολικός
  • γενικός
universal
  • παγκόσμιος
  • γενικός

Σχετικές λέξεις: γενικός

γενικός γραμματέας κυβέρνησης, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας αποκεντρωμένης διοίκησης κρήτης, γενικός οικοδομικός κανονισμός, γενικός κανονισμός λιμένα, γενικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, γενικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • γενικά στα αγγλικά - generally, broadly, general, in general, is generally
  • γενική στα αγγλικά - genitive, general, overall, generic, a general, the general
  • γενικότητα στα αγγλικά - generalisation, generality, universality, generality of, general nature, the generality
  • γεννήτρια στα αγγλικά - generator, generator is, of generator, the generator, a generator
Τυχαίες λέξεις
Γενικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: overall, general, generic, a general