Γλωσσικός στα αγγλικά
Μετάφραση: γλωσσικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
linguistic, lingual, a linguistic
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: γλωσσικός
lingual
- γλωσσικός
- γλωσσολογικός
- γλωσσικός
Σχετικές λέξεις: γλωσσικός
γλωσσικός δανεισμός, γλωσσικός έλεγχος, γλωσσικόσ κώδικασ, γλωσσικός γραμματισμός, γλωσσικός συλλογισμός παραδείγματα, γλωσσικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, γλωσσικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- γλυπτική στα αγγλικά - sculpture, sculptural, sculpting, sculptures
- γλυπτό στα αγγλικά - sculpture, sculpted, sculpture of, sculptural, sculptured
- γλωσσολογία στα αγγλικά - linguistics, Literature, linguists
- γλωσσολόγος στα αγγλικά - linguist, a linguist, as a linguist
Τυχαίες λέξεις
Γλωσσικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: linguistic, lingual, a linguistic
Μεταφράσεις: linguistic, lingual, a linguistic