Δανείζω στα αγγλικά

Μετάφραση: δανείζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lend, lend it, lend it to, I loan, that I loan
Δανείζω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δανείζω

lend
  • δανείζω
  • δίδω
loan
  • δανείζω

Σχετικές λέξεις: δανείζω

δανείζω english, δανείζω ετυμολογία, δανείζω βικιλεξικο, δανείζω χρήματα, δανείζω ρήμα, δανείζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, δανείζω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δαμάσκηνο στα αγγλικά - plum, prune, plums, prunes
  • δανείζομαι στα αγγλικά - borrow, borrowing, borrowed, I borrow, am borrowing
  • δανειζόμενος στα αγγλικά - borrower, the borrower, borrowing, borrower is, a borrower
  • δανεισμός στα αγγλικά - loan, borrowing, lending, debt, loans, borrowings
Τυχαίες λέξεις
Δανείζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: lend, lend it, lend it to, I loan, that I loan