Διαιτητής στα αγγλικά

Μετάφραση: διαιτητής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
arbiter, referee, arbitrator, ref, ref is, whistle
Διαιτητής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διαιτητής

umpire
  • διαιτητής
  • κριτής
  • αγωνοδίκης
arbiter
  • διαιτητής
  • διαιτησία
referee
  • διαιτητής
  • κριτής
arbitrator
  • διαιτητής

Σχετικές λέξεις: διαιτητής

διαιτητής μπάκας, διαιτητής μάνταλος, διαιτητής μαχαίρωσε παίκτη και του έκοψαν το κεφάλι, διαιτητής μπάσκετ, διαιτητής ποδοσφαίρου, διαιτητής λεξικό γλώσσας αγγλικά, διαιτητής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • διαισθητικός στα αγγλικά - intuitive, intuitional, an intuitive
  • διαιτησία στα αγγλικά - arbitration, arbitrage, arbitration in, of arbitration
  • διαιτητεύω στα αγγλικά - arbitrate
  • διαιτολόγιο στα αγγλικά - diet, diets, dietary, the diet, of diet
Τυχαίες λέξεις
Διαιτητής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: arbiter, referee, arbitrator, ref, ref is, whistle