Διαπιστεύω στα αγγλικά
Μετάφραση: διαπιστεύω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
accredit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διαπιστεύω
accredit
- διαπιστεύομαι
- δίδω πίστιν
- διαπιστεύω
Σχετικές λέξεις: διαπιστεύω
διαπιστεύω προταση, διαπιστεύω λεξικό γλώσσας αγγλικά, διαπιστεύω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- διαπερατότητα στα αγγλικά - permeability, transmittance, permeation, penetration, permeability of
- διαπερνώ στα αγγλικά - penetrate
- διαπιστώνω στα αγγλικά - ascertain, establish, note, see, I see, I note
- διαπληκτίζομαι στα αγγλικά - wrangle, quarrel, argue, scuffle
Τυχαίες λέξεις
Διαπιστεύω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: accredit
Μεταφράσεις: accredit