Διαψεύδω στα αγγλικά

Μετάφραση: διαψεύδω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
contradict, gainsay, refute, belie
Διαψεύδω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διαψεύδω

belie
  • διαψεύδω
  • διαστρέφω
defeat
  • διαψεύδω
  • νικώ
  • ματαιώ
  • καταβάλλω
refute
  • ανασκευάζω
  • αναιρώ
  • αντικρούω
  • διαψεύδω
gainsay
  • διαψεύδω
  • αρνούμαι
contradict
  • αντιλέγω
  • διαψεύδω
  • αντιμιλώ
  • αντιφάσκω

Σχετικές λέξεις: διαψεύδω

διαψεύδω αγγλικά, διαψεύδω αντίθετο, διαψεύδω αρχικοι χρονοι, διαψεύδω μετάφραση, διαψεύδω στα αγγλικά, διαψεύδω λεξικό γλώσσας αγγλικά, διαψεύδω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • διαχωρίζω στα αγγλικά - isolate, dissociate, disembroil, sever, demarcate, dissever
  • διαχωρισμός στα αγγλικά - separation, segregation, split, division, distinction
  • διγαμία στα αγγλικά - bigamy, digamy
  • διδάσκω στα αγγλικά - teach, instruct, teaching, I teach, taught
Τυχαίες λέξεις
Διαψεύδω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: contradict, gainsay, refute, belie