Δικανικός στα αγγλικά
Μετάφραση: δικανικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
forensic, judicial, juridical, a forensic
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δικανικός
forensic
- ρητορικός
- δικανικός
- δικαστικός
- δικανικός
Σχετικές λέξεις: δικανικός
δικανικός ορισμός, δικανικός συλλογισμός, δικανικός ψυχολόγος, δικανικός λόγος, δικανικός ρήτορας, δικανικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, δικανικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- δικαιοσύνη στα αγγλικά - justice, fairness, equity, righteousness, legal
- δικαιώνω στα αγγλικά - justify, exonerate, do justice to
- δικαστήριο στα αγγλικά - tribunal, court, court is, a court, the court
- δικαστής στα αγγλικά - magistrate, judge, court, judicature, courts
Τυχαίες λέξεις
Δικανικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: forensic, judicial, juridical, a forensic
Μεταφράσεις: forensic, judicial, juridical, a forensic