Διστακτικός στα αγγλικά

Μετάφραση: διστακτικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
indecisive, diffident, reluctant, hesitant, skeptical, was hesitant, hesitating
Διστακτικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διστακτικός

hesitant
  • διστακτικός
  • διστάζων

Σχετικές λέξεις: διστακτικός

διστακτικός συνώνυμο, διστακτικός στα αγγλικα, διστακτικός συνώνυμα, διστακτικός ήρωας, διστακτικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, διστακτικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δισκοβολία στα αγγλικά - discus, discus throw, discus throwing, the discus, the discus throw
  • δισταγμός στα αγγλικά - misgiving, hesitation, hesitancy, hesitance, scruple, qualm
  • διστακτικότητα στα αγγλικά - hesitation, diffidence, reluctance, hesitancy, reluctant
  • διυλιστήριο στα αγγλικά - refinery, the refinery, a refinery, oil refinery
Τυχαίες λέξεις
Διστακτικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: indecisive, diffident, reluctant, hesitant, skeptical, was hesitant, hesitating