Δούλος στα αγγλικά

Μετάφραση: δούλος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slave, bondman, servant, a slave, a servant
Δούλος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δούλος

fag
  • πούστης
  • ομοφυλόφιλος
  • δούλος
  • υπηρέτης
  • αρσενοκοίτης
helot
  • ειλός
  • ειλώτας
  • δούλος
slave
  • δούλος
  • ανδράποδο
thrall
  • δούλος
  • δουλεία
bondman
  • δούλος

Σχετικές λέξεις: δούλος

δούλος σας, δούλοσ ετυμολογία, δούλος συνώνυμα, δούλος δουλεία, δούλος στα αγγλικά, δούλος λεξικό γλώσσας αγγλικά, δούλος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δουλεύω στα αγγλικά - work, working, I work
  • δοχείο στα αγγλικά - vat, container, pot, receptacle, jar, beaker
  • δράκος στα αγγλικά - dragon, a dragon, dragon is
  • δράμα στα αγγλικά - drama, tragedy, drama of, the drama, of Drama
Τυχαίες λέξεις
Δούλος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: slave, bondman, servant, a slave, a servant