Εγκλείω στα αγγλικά
Μετάφραση: εγκλείω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
encapsulate, encase, impound, enclose, corral, coop
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εγκλείω
pen
- γράφω
- εγκλείω
- μανδρίζω
- εγκλείω
- πιάνω
- μαντρώνω
- εγκλείω
- εγκλείω
- θέτω σε θήκη
- περιτειχίζω
- εγκλείω
- φυλακίζω
- εγκλείω
- περιορίζω
- φυλακίζω
- εγκλείω
- περικλείω
- περιβάλλω
- επισυνάπτω
- εγκλείω
- κατάσχω
- εσωκλείω
- εγκλείω
Σχετικές λέξεις: εγκλείω
εγκλείω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εγκλείω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εγκεφαλικό στα αγγλικά - stroke, cerebral, brain, a stroke, the brain
- εγκεφαλικός στα αγγλικά - cerebral, brain
- εγκλεισμός στα αγγλικά - internment, encapsulation, confinement, incarceration, enclosure, imprisonment
- εγκληματίας στα αγγλικά - delinquent, criminal, gangster, a criminal, criminals
Τυχαίες λέξεις
Εγκλείω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: encapsulate, encase, impound, enclose, corral, coop
Μεταφράσεις: encapsulate, encase, impound, enclose, corral, coop