Ελεεινός στα αγγλικά

Μετάφραση: ελεεινός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

miserable, wretched
ελεεινός στα αγγλικά

Πρόσθετες μεταφράσεις: ελεεινός

seedy, forlorn, pitiable, miserable, wretched

Σχετικές λέξεις

Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ελεεινός

deplorable
  • αξιοθρήνητος
  • ελεεινός

seedy
  • ελεεινός
  • σπορώδης
  • σποριασμένος
  • λυωμένος

wretched
  • άθλιος
  • ελεεινός
  • τρισάθλιος

miserable
  • άθλιος
  • ταλαίπωρος
  • κακομοίρης
  • ελεεινός

abject
  • αξιοθρήνητος
  • απελπισμένος
  • απεχθής
  • καταπτοήμενος
  • περιφρονήτεος
  • ελεεινός

forlorn
  • έρημος
  • ελεεινός
  • άθλιος
  • εγκαταλελειμμένος

pitiable
  • ελεεινός
  • οικτρός

beggarly
  • άθλιος
  • κακόμοιρος
  • ελεεινός
  • αξιολύπητος

haggard
  • καταβεβλημένος
  • ωχρός
  • κάτισχνος
  • ελεεινός

disgraceful
  • αισχρός
  • ελεεινός

piteous
  • αξιολύπητος
  • οικτρός
  • ελεεινός

scrub
  • ελεεινός
  • μικρόσωμος
  • χαμηλός

scrubby
  • καχεκτικός
  • ελεεινός
  • ζαρωμένος

sorry
  • λυπημένος
  • περίλυπος
  • λυπηρός
  • ελεεινός

Σχετικές λέξεις: ελεεινός

ελεεινός λεξικό γλώσσας αγγλικά, ο ελεεινός, ελεεινός συνώνυμα, ελεεινός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

ελεγκτής στα αγγλικά - controller, auditor, verifier, auditor shall, controller is, inspector, checker
ελεεινολογώ στα αγγλικά - eleeinologo, deplore
ελευθερία στα αγγλικά - freedom, liberty, freedom of, freedom to, free
ελευθερώνω στα αγγλικά - release, unloose, unchain, set free, clear
κύρος στα αγγλικά - prestige, validity, authority, weight, validity of, power, standing, ...

Τυχαίες λέξεις

Τυχαίες λέξεις (ελληνικά/αγγλικά)


Ελεεινός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: miserable, wretched, seedy, forlorn, pitiable, miserable, wretched