Εμβάθυνση στα αγγλικά
Μετάφραση: εμβάθυνση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
probing, deepening, deepen, depth, deeper, deepened
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμβάθυνση
εμβάθυνση στο ουσιαστικό ποινικό δίκαιο, εμβάθυνση συνώνυμο, εμβάθυνση στον προγραμματισμό με τη γλώσσα c, εμβάθυνση english, εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ένωσης, εμβάθυνση λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμβάθυνση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εμένα στα αγγλικά - me, myself, website owner
- εμαγιέ στα αγγλικά - enamel, enamelled, enameled, of enamelled, enameled wire
- εμβέλεια στα αγγλικά - range, scope, scope of, range of, reach
- εμβολίζω στα αγγλικά - ram, embolized, rams
Τυχαίες λέξεις
Εμβάθυνση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: probing, deepening, deepen, depth, deeper, deepened
Μεταφράσεις: probing, deepening, deepen, depth, deeper, deepened