Εμβρόντητος στα αγγλικά
Μετάφραση: εμβρόντητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
speechless, stunned, dazed, aghast, dumbfounded, flabbergasted
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εμβρόντητος
dazed
- ζαλισμένος
- εμβρόντητος
- έντρομος
- εμβρόντητος
- ενεός
- εμβρόντητος
- εκστατικός
Σχετικές λέξεις: εμβρόντητος
εμβρόντητος σημασια, εμβρόντητος συνώνυμο, εμβρόντητος συνωνυμα, εμβρόντητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμβρόντητος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εμβολιασμός στα αγγλικά - grafting, inoculation, vaccination, vaccination is, vaccination of, vaccination has
- εμβροντησία στα αγγλικά - astonishment, stupor
- εμβόλιο στα αγγλικά - vaccine, vaccination, vaccine is, inoculum, a vaccine, the vaccine
- εμείς στα αγγλικά - we, us, we are, of us
Τυχαίες λέξεις
Εμβρόντητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: speechless, stunned, dazed, aghast, dumbfounded, flabbergasted
Μεταφράσεις: speechless, stunned, dazed, aghast, dumbfounded, flabbergasted