Εμμονή στα αγγλικά

Μετάφραση: εμμονή, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adherence, persistence, perseverance, obsession, obsessed, insistence
Εμμονή στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εμμονή

firmness
  • σταθερότητα
  • εμμονή
  • παγιότητα
tenacity
  • επιμονή
  • πείσμα
  • συνεκτικότητα
  • συνεκτικότης
  • εμμονή
persistence
  • επιμονή
  • εμμονή
perseverance
  • επιμονή
  • εμμονή
  • εγκαρτέρηση

Σχετικές λέξεις: εμμονή

εμμονή συνώνυμο, εμμονή imdb, εμμονή english, εμμονή 2007, εμμονή ταινία, εμμονή λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμμονή στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εμείς στα αγγλικά - we, us, we are, of us
  • εμμένω στα αγγλικά - persevere, adhere, abide, stick, hang on
  • εμπάθεια στα αγγλικά - animosity, passion, hatred, empathy, bitterness, resentment
  • εμπαθής στα αγγλικά - malicious, passionate, spiteful, liveliest, a passionate
Τυχαίες λέξεις
Εμμονή στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: adherence, persistence, perseverance, obsession, obsessed, insistence