Εμπιστεύομαι στα αγγλικά

Μετάφραση: εμπιστεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
entrust, trust, confide, I trust, to trust
Εμπιστεύομαι στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εμπιστεύομαι

vest
  • ενδύω
  • περιβάλλω
  • εμπιστεύομαι
trust
  • εμπιστεύομαι
  • έχω πίστη
  • έχω πεποίθηση
commit
  • εμπιστεύομαι
  • παραδίδω
  • παραπέμπω
  • διαπράττω
  • κάνω
repose
  • στηρίζομαι
  • αναπαύω
  • αναπαύομαι
  • εμπιστεύομαι
confide
  • εμπιστεύομαι
  • αναθέτω
consign
  • παραδίδω
  • αποστέλλω
  • εμπιστεύομαι
  • στέλνω
entrust
  • εμπιστεύομαι
intrust
  • εμπιστεύομαι

Σχετικές λέξεις: εμπιστεύομαι

εμπιστεύομαι συνώνυμο, σε εμπιστεύομαι, εμπιστεύομαι στα γαλλικά, εμπιστεύομαι συνώνυμα, εμπιστεύομαι λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμπιστεύομαι στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εμπειρογνώμων στα αγγλικά - consultant, expert, an expert, experts
  • εμπιστευτικός στα αγγλικά - confidential, confidentiality, confidentiality is
  • εμπιστοσύνη στα αγγλικά - confidence, trust, reliance, expectation, expectations
  • εμπλέκομαι στα αγγλικά - involve, snarl, am involved, I am involved
Τυχαίες λέξεις
Εμπιστεύομαι στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: entrust, trust, confide, I trust, to trust