Εμπλέκω στα αγγλικά

Μετάφραση: εμπλέκω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
involve, implicate, enmesh, tangle, snarl
Εμπλέκω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εμπλέκω

snarl
  • ουρλιάζω
  • γρινιάζω
  • εμπλέκομαι
  • εμπλέκω
  • γρυλίζω
enmesh
  • μπερδεύω
  • περιπλέκω
  • εμπλέκω
tangle
  • εμπλέκω
involve
  • εμπλέκω
  • συνεπάγομαι
  • περιλαμβάνω
implicate
  • εμπλέκω
  • ενοχοποιώ

Σχετικές λέξεις: εμπλέκω

εμπλέκω εμπλέκομαι, εμπλέκω συνώνυμα, εμπλέκω συνωνυμο, εμπλέκω λεξικό γλώσσας αγγλικά, εμπλέκω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εμπιστοσύνη στα αγγλικά - confidence, trust, reliance, expectation, expectations
  • εμπλέκομαι στα αγγλικά - involve, snarl, am involved, I am involved
  • εμπλουτίζω στα αγγλικά - enrich, enriche, enriche it
  • εμπνέω στα αγγλικά - inspire, infuse, inspiring
Τυχαίες λέξεις
Εμπλέκω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: involve, implicate, enmesh, tangle, snarl