Ενσάρκωση στα αγγλικά

Μετάφραση: ενσάρκωση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
personification, incarnation, embodiment, embodiment of, incarnation of, the embodiment
Ενσάρκωση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ενσάρκωση

embodiment
  • ενσωμάτωση
  • ενσάρκωση
incarnation
  • ενσάρκωση

Σχετικές λέξεις: ενσάρκωση

ενσάρκωση συνώνυμα, ενσάρκωση λεξικό γλώσσας αγγλικά, ενσάρκωση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ενοχλώ στα αγγλικά - trouble, bother, annoy, disturb, irritate, pother, irk, ...
  • ενοχοποιώ στα αγγλικά - incriminate, implicate, inculpate
  • ενσαρκώνω στα αγγλικά - embody, incarnate
  • ενσπείρω στα αγγλικά - sow, instil, they spread
Τυχαίες λέξεις
Ενσάρκωση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: personification, incarnation, embodiment, embodiment of, incarnation of, the embodiment