Ενσπείρω στα αγγλικά
Μετάφραση: ενσπείρω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sow, instil, they spread
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενσπείρω
ενσπείρω λεξικό γλώσσας αγγλικά, ενσπείρω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ενσάρκωση στα αγγλικά - personification, incarnation, embodiment, embodiment of, incarnation of, the embodiment
- ενσαρκώνω στα αγγλικά - embody, incarnate
- ενσταλάζω στα αγγλικά - infuse, instil
- ενστικτωδώς στα αγγλικά - instinctively, intuitively, instinctive, instinct, them instinctively
Τυχαίες λέξεις
Ενσπείρω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: sow, instil, they spread
Μεταφράσεις: sow, instil, they spread