Εντολοδόχος στα αγγλικά
Μετάφραση: εντολοδόχος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
assignee, representative, authorized representative, agent, trustee
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εντολοδόχος
proxy
- πληρεξούσιο
- εντολοδόχος
- πληρεξουσιότης
- πληρεξουσιότητα
- εντολοδόχος
- εκπρόσωπος
- αντιπρόσωπος
- εντολοδόχος
- πράκτορας
Σχετικές λέξεις: εντολοδόχος
εντολοδόχος αγγλικά, εντολοδόχος υπεξαίρεση, εντολοδόχος συνωνυμα, εντολοδόχος λεξικο, εντολοδόχος σημασια, εντολοδόχος λεξικό γλώσσας αγγλικά, εντολοδόχος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- εντοιχισμένος στα αγγλικά - fitted, flush-mounted, a built, built into the wall, has a built
- εντολή στα αγγλικά - order, command, mandate, injunction, instruction, commandment
- εντομή στα αγγλικά - incision, groove, slot, notch, indentation
- εντομοκτόνο στα αγγλικά - insecticide, pesticide, insecticidal, an insecticide, insecticidally
Τυχαίες λέξεις
Εντολοδόχος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: assignee, representative, authorized representative, agent, trustee
Μεταφράσεις: assignee, representative, authorized representative, agent, trustee