Εξάρτηση στα αγγλικά

Μετάφραση: εξάρτηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dependency, dependence, reliance, dependent, depending
Εξάρτηση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εξάρτηση

reliance
  • εξάρτηση
  • εμπιστοσύνη
  • πεποίθηση
dependence
  • εξάρτηση
  • εμπιστοσύνη
dependency
  • εξάρτηση
  • χώρα εξαρτώμενη
  • εξάρτημα
  • κτήση

Σχετικές λέξεις: εξάρτηση

εξάρτηση από το διαδίκτυο, εξάρτηση και αναπαραγωγή, εξάρτηση στίχοι, εξάρτηση από ηλεκτρονικά παιχνίδια, εξάρτηση από τα ναρκωτικά, εξάρτηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, εξάρτηση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εξάρθρωση στα αγγλικά - dislocation, sprain, dismantling, dismantle, dismantling of
  • εξάρτημα στα αγγλικά - component, fitment, accessory, part, fitting
  • εξάρτηση στα αγγλικά - dependency, dependence, reliance, dependent, depending
  • εξάτμιση στα αγγλικά - evaporation, exhaust, vaporization, muffler, exhaust pipe
  • εξάχνωση στα αγγλικά - sublimation, sublimate, sublimation of, subliming, sublimated
Τυχαίες λέξεις
Εξάρτηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: dependency, dependence, reliance, dependent, depending