Εξασθένηση στα αγγλικά

Μετάφραση: εξασθένηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impairment, decline, attenuation, weakening, weakening of
Εξασθένηση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εξασθένηση

decline
  • πτώση
  • παρακμή
  • ύφεση
  • ελάττωση
  • εξασθένηση
debility
  • αδυναμία
  • ατονία
  • εξασθένηση

Σχετικές λέξεις: εξασθένηση

εξασθένηση συνώνυμο, εξασθένηση των σφιγκτήρων μυών, εξασθένηση μνήμης, εξασθένηση της στιβάδας του όζοντος, εξασθένηση ήχου, εξασθένηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, εξασθένηση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • εξαρθρώνω στα αγγλικά - dislocate, sprain
  • εξαρτώμαι στα αγγλικά - depend, depend on, hinge, am dependent, am dependent I
  • εξασκώ στα αγγλικά - practise, practice, practicing, I practice
  • εξασφαλίζω στα αγγλικά - enlist, ensure, I ensure
Τυχαίες λέξεις
Εξασθένηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: impairment, decline, attenuation, weakening, weakening of