Επιδιώκω στα αγγλικά
Μετάφραση: επιδιώκω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pursue, woo, aim at, seek, I seek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: επιδιώκω
woo
- κάνω έρωτα
- επιδιώκω
- ερωτολογώ
- κορτάρω
- επιδιώκω
- επιδιώκω
- καταδιώκω
- ακολουθώ
- επιδιώκω
Σχετικές λέξεις: επιδιώκω
επιδιώκω κλίση, επιδιώκω συνώνυμα, επιδιώκω λεξικό, επιδιώκω αοριστος, επιδιώκω english, επιδιώκω λεξικό γλώσσας αγγλικά, επιδιώκω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- επιδεξιότητα στα αγγλικά - dexterity, skill, ability, mobility, expertise
- επιδικάζω στα αγγλικά - adjudicate, adjudge
- επιδοκιμάζω στα αγγλικά - acclaim, approve, endorse, commend, indorse, welcome
- επιδοκιμασία στα αγγλικά - endorsement, approbation, applause, approval, countenance, commendation
Τυχαίες λέξεις
Επιδιώκω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: pursue, woo, aim at, seek, I seek
Μεταφράσεις: pursue, woo, aim at, seek, I seek