Επινοητικότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: επινοητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
resourcefulness, ingenuity, inventiveness, imaginative, sophistication
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: επινοητικότητα
resourcefulness
- επινοητικότητα
- επινοητικότης
Σχετικές λέξεις: επινοητικότητα
επινοητικότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, επινοητικότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- επιμύθιο στα αγγλικά - moral, Aftermath, moral of
- επινοητικός στα αγγλικά - inventive, resourceful, imaginative
- επινοώ στα αγγλικά - devise, coin, fabricate, contrive, invent, concoct
- επιπλέον στα αγγλικά - furthermore, additional, extra, further, addition, in addition
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: resourcefulness, ingenuity, inventiveness, imaginative, sophistication
Μεταφράσεις: resourcefulness, ingenuity, inventiveness, imaginative, sophistication