Επιχειρώ στα αγγλικά
Μετάφραση: επιχειρώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
venture, attempt, embark on, I try, attempting, I attempt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: επιχειρώ
wage
- επιχειρώ
- διεξάγω
- δράττομαι
- πιάνω
- επιχειρώ
- επιχειρώ
- προσπαθώ
- δοκιμάζω
- επιχειρώ
- επιχειρώ
- αναλαμβάνω
- καταπιάνομαι
Σχετικές λέξεις: επιχειρώ
επιχειρώ λεξικό, επιχειρώ συνώνυμο, επιχειρώ συνώνυμα, επιχειρώ ετυμολογία, οτε επιχειρώ, επιχειρώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, επιχειρώ στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- επιχειρηματικός στα αγγλικά - enterprising, business, entrepreneurial, a business, business community
- επιχειρηματολογώ στα αγγλικά - argue, I argue, arguing, the arguments in, my argument
- επιχορήγηση στα αγγλικά - subsidy, allowance, grant, a grant, grants, a subsidy
- επιχορηγώ στα αγγλικά - grant, subsidize
Τυχαίες λέξεις
Επιχειρώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: venture, attempt, embark on, I try, attempting, I attempt
Μεταφράσεις: venture, attempt, embark on, I try, attempting, I attempt