Εριστικός στα αγγλικά

Μετάφραση: εριστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
belligerent, quarrelsome, pugnacious, rowdy, combative, vixenish
Εριστικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εριστικός

vixenish
  • δύστροπος
  • εριστικός
combative
  • μαχητικός
  • καβγατζής
  • επιθετικός
  • εριστικός
termagant
  • εριστικός
pugnacious
  • εριστικός
quarrelsome
  • εριστικός
  • φιλόνικος
  • καυγατζής

Σχετικές λέξεις: εριστικός

εριστικός στα αγγλικα, εριστικός αγγλικά, εριστικός συνώνυμα, εριστικός συνώνυμο, εριστικός ιστός, εριστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, εριστικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ερημικός στα αγγλικά - secluded, recluse, solitary, unfrequented, desert, deserted
  • ερημώνω στα αγγλικά - devastate, depopulate, ravage, desolate, lay waste
  • ερμηνεία στα αγγλικά - interpretation, gloss, reading, construction, interpretation of, interpreting
  • ερμηνεύω στα αγγλικά - construe, interpret, read, expound, I interpret
Τυχαίες λέξεις
Εριστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: belligerent, quarrelsome, pugnacious, rowdy, combative, vixenish