Ευαίσθητος στα αγγλικά

Μετάφραση: ευαίσθητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sensitive, touchy, susceptible, impressionable, mushy
Ευαίσθητος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευαίσθητος

mushy
  • ευαίσθητος
  • πολτώδης
queasy
  • αηδιαστικός
  • ευαίσθητος
  • εύθικτος
touchy
  • ευαίσθητος
  • ευερέθιστος
  • εύθικτος
  • μυγιαγγιχτός
  • ανέγγιχτος
delicate
  • λεπτός
  • αβρός
  • ευαίσθητος
  • φίνος
  • απαλός
  • ευπαθής
sentient
  • αισθητικός
  • ευαίσθητος
emotional
  • ευαίσθητος
  • συγκινητικός
  • ευσυγκίνητος
sensitive
  • ευαίσθητος
  • εύθικτος
  • αισθητικός
responsive
  • αποκριτικός
  • απαντητικός
  • ευαίσθητος
susceptible
  • επιδεκτικός
  • ευαίσθητος
thin-skinned
  • μυγιαγγιχτός
  • λεπτόδερμος
  • ευαίσθητος
temperamental
  • ιδιοσυγκρασίας
  • ευέξαπτος
  • ευαίσθητος
impressionable
  • ευαίσθητος
  • επηρεάσιμος

Σχετικές λέξεις: ευαίσθητος

ευαίσθητος άντρας, ευαίσθητος αποδέκτης, ευαίσθητος λεξικό, είμαι ευαίσθητος, ευαίσθητος άνθρωπος, ευαίσθητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευαίσθητος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ευάρεστος στα αγγλικά - agreeable, pleasing
  • ευέξαπτος στα αγγλικά - excitable, tetchy, irritable, temperamental, fretful, irascible, combustible
  • ευαγγέλιο στα αγγλικά - gospel, the gospel, gospel of, the gospel of
  • ευαγγελίζομαι στα αγγλικά - annunciate, espoused, evangelizing, evangelizes, evangelize, tidings
Τυχαίες λέξεις
Ευαίσθητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: sensitive, touchy, susceptible, impressionable, mushy