Ευεργετικός στα αγγλικά

Μετάφραση: ευεργετικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
beneficial, salutary, benefactory, benefic, be beneficial
Ευεργετικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευεργετικός

salutary
  • σωτήριος
  • υγιεινός
  • ευεργετικός
  • σωτηριακός
  • ωφέλιμος
beneficial
  • ευεργετικός
benefactory
  • ευεργετικός

Σχετικές λέξεις: ευεργετικός

ευεργετικός συνώνυμο, ευεργετικός συνώνυμα, ευεργετικόσ υπολογισμόσ ποινήσ, ευεργετικός στα αγγλικά, ευεργετικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευεργετικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ευεπηρέαστος στα αγγλικά - impressionable, passible
  • ευερέθιστος στα αγγλικά - prickly, touchy, excitable, testy, peevish
  • ευημερία στα αγγλικά - prosperity, welfare, wellbeing, being
  • ευημερώ στα αγγλικά - thrive, prosper, do well
Τυχαίες λέξεις
Ευεργετικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: beneficial, salutary, benefactory, benefic, be beneficial