Ευπάθεια στα αγγλικά

Μετάφραση: ευπάθεια, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
susceptibility, vulnerability, fragility, sensitivity, vulnerable
Ευπάθεια στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ευπάθεια

sensitiveness
  • ευαισθησία
  • αισθητικότης
  • αισθητικότητα
  • ευπάθεια

Σχετικές λέξεις: ευπάθεια

ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, ευπάθεια ορισμός, ευπάθεια συνώνυμα, κοινωνική ευπάθεια, ευπάθεια συνώνυμο, ευπάθεια λεξικό γλώσσας αγγλικά, ευπάθεια στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ευνοώ στα αγγλικά - favour, favor, befriend, grace, I am in favor
  • ευοίωνος στα αγγλικά - auspicious, promising
  • ευπαθής στα αγγλικά - susceptible, frail, delicate, vulnerable, fragile
  • ευπαρουσίαστος στα αγγλικά - personable, presentable
Τυχαίες λέξεις
Ευπάθεια στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: susceptibility, vulnerability, fragility, sensitivity, vulnerable