Θρέψη στα αγγλικά

Μετάφραση: θρέψη, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nourishment, nutrition, alimentation, nourishing, feeding
Θρέψη στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: θρέψη

nutrition
  • θρέψη
  • τροφή
nourishment
  • τροφή
  • θρέψη
alimentation
  • θρέψη

Σχετικές λέξεις: θρέψη

θρέψη των φυτών, θρέψη μαμαλάκης, θρέψη του δέρματος, κακή θρέψη, θρέψη λίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων, θρέψη λεξικό γλώσσας αγγλικά, θρέψη στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • θράσος στα αγγλικά - cheek, audacity, effrontery, nerve, recklessness
  • θρέφω στα αγγλικά - knit, nourishes, nourish, ENAO, nourished, It nourishes
  • θρήσκος στα αγγλικά - religious, devout, are religious, pious
  • θρίαμβος στα αγγλικά - triumph, victory, triumph of, a triumph, triumph for
Τυχαίες λέξεις
Θρέψη στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: nourishment, nutrition, alimentation, nourishing, feeding