Ντύσιμο στα αγγλικά

Μετάφραση: ντύσιμο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
attire, dressing, clothing, outfit, dress, outfits
Ντύσιμο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντύσιμο

ντύσιμο για γραφείο, ντύσιμο 999, ντύσιμο παιχνίδια, ντύσιμο νονάς, ντύσιμο για κλαμπ, ντύσιμο λεξικό γλώσσας αγγλικά, ντύσιμο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ντύνομαι στα αγγλικά - dress, dress up, Dress
  • ντύνω στα αγγλικά - dress, clothe, apparel
  • νυσταγμένος στα αγγλικά - sleepy, drowsy, somnolent
  • νυχτερίδα στα αγγλικά - bat, a bat
Τυχαίες λέξεις
Ντύσιμο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: attire, dressing, clothing, outfit, dress, outfits