Παθιασμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: παθιασμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
passionate, fiery, impassioned, obsessed, passionate about, a passionate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: παθιασμένος
passionate
- παθιασμένος
- διάπυρος
- περιπαθής
- ευερέθιστος
- φλογερός
- παράφορος
- παθιασμένος
- πλήρης πάθους
Σχετικές λέξεις: παθιασμένος
παθιασμένος συνώνυμο, παθιασμένοσ συνώνυμα, παθιασμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, παθιασμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- παθητικό στα αγγλικά - liability, liabilities, passive, a passive, liabilities side
- παθητικός στα αγγλικά - passive, a passive, passive one
- παθογόνος στα αγγλικά - pathogenic, pathogen, pathogenesis, a pathogenic
- παθολογία στα αγγλικά - pathology, the pathology, pathology of, medicine, the pathology of
Τυχαίες λέξεις
Παθιασμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: passionate, fiery, impassioned, obsessed, passionate about, a passionate
Μεταφράσεις: passionate, fiery, impassioned, obsessed, passionate about, a passionate