Παύση στα αγγλικά

Μετάφραση: παύση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pause, ebb, cessation, stop, dismissal, suspension
Παύση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: παύση

halt
  • παύση
  • σταμάτημα
  • άλτ
rest
  • υπόλοιπο
  • ανάπαυση
  • ξεκούραση
  • ανάπαυλα
  • ηρεμία
  • παύση
stop
  • στάση
  • παύση
  • σταμάτημα
  • στιγμή
  • τελεία
pause
  • παύση
  • διακοπή
  • παύλα
breather
  • παύση
  • διακοπή
  • ξεκούραση
stoppage
  • παύση
  • σταμάτημα
  • βούλωμα
surcease
  • παύση
  • τέλος
cessation
  • παύση
  • κατάπαυση
dismissal
  • απόλυση
  • απόρριψη
  • παύση
  • αποζημίωση για απόλυση
suspension
  • εναιώρημα
  • ανάρτηση
  • ανακοπή
  • παύση

Σχετικές λέξεις: παύση

παύση εκτοκισμού, παύση του αρχηγού αστυνομίας, παύση ποινικής δίωξης, παύση εργασιών ατομικής επιχείρησης, παύση εργασιών πτώχευσης, παύση λεξικό γλώσσας αγγλικά, παύση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • παχυσαρκία στα αγγλικά - obesity, corpulence, overweight, obesity is
  • παχύσαρκος στα αγγλικά - obese, corpulent, obese is
  • παύω στα αγγλικά - cease, pause, depose, desist, incessantly
  • πείθω στα αγγλικά - persuade, sway, convince, talk into, persuading
Τυχαίες λέξεις
Παύση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: pause, ebb, cessation, stop, dismissal, suspension