Πειθαναγκάζω στα αγγλικά
Μετάφραση: πειθαναγκάζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coerce, coerced, being coerced
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πειθαναγκάζω
πειθαναγκάζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, πειθαναγκάζω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πεθαμένος στα αγγλικά - dead, departed, died, if dead
- πειθήνιος στα αγγλικά - meek, docile, obedient, submissive, amenable
- πειθαρχία στα αγγλικά - discipline
- πειθαρχικός στα αγγλικά - disciplinary, obedient, disciplining, a disciplinary, disciplinary board convened
Τυχαίες λέξεις
Πειθαναγκάζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: coerce, coerced, being coerced
Μεταφράσεις: coerce, coerced, being coerced