Πεπερασμένος στα αγγλικά
Μετάφραση: πεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
finite, a finite
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πεπερασμένος
finite
- πεπερασμένος
- περιορισμένος
- τετελεσμένος
- πεπερασμένος
- τετελεσμένος
- τέλειος
Σχετικές λέξεις: πεπερασμένος
πεπερασμένος λεξικό, πεπερασμένος σημασια, πεπερασμένος αριθμός, πεπερασμένος ορισμός, πεπερασμένος χρόνος, πεπερασμένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, πεπερασμένος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πεντηκοστός στα αγγλικά - fiftieth, the fiftieth
- πεπαλαιωμένος στα αγγλικά - antiquated, worn out, obsolescent, obsolete, outdated
- πεποίθηση στα αγγλικά - belief, conviction, convinced, confident, confidence
- πεπρωμένο στα αγγλικά - destiny, fate, destiny of, destinies, own destiny
Τυχαίες λέξεις
Πεπερασμένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: finite, a finite
Μεταφράσεις: finite, a finite