Πλειστηριασμός στα αγγλικά
Μετάφραση: πλειστηριασμός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
auction, auctioning, auction shall, full auctioning, auctions
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: πλειστηριασμός
auction
- δημοπρασία
- πλειστηριασμός
Σχετικές λέξεις: πλειστηριασμός
πλειστηριασμός ακινήτου διαδικασία, πλειστηριασμός αυθαιρέτου, πλειστηριασμός αριθμού εγγραφής οχήματος, πλειστηριασμός ακινήτου, πλειστηριασμός τράπεζας κύπρου, πλειστηριασμός λεξικό γλώσσας αγγλικά, πλειστηριασμός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- πλατύσκαλο στα αγγλικά - landing, the landing, a landing
- πλειονότητα στα αγγλικά - majority, most, majority of, the majority, plurality
- πλεξούδα στα αγγλικά - pigtail, strand, harness, braid, the harness
- πλεονάζων στα αγγλικά - redundant, surplus, heaping
Τυχαίες λέξεις
Πλειστηριασμός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: auction, auctioning, auction shall, full auctioning, auctions
Μεταφράσεις: auction, auctioning, auction shall, full auctioning, auctions